Page 49 - mag_103
P. 49

της Κατερίνας Γεμελιάρη











               Αγαπώ τις λέξεις, από μικρό παι-                      νύχτα και χάθηκαν για πάντα στον

               δί μου άρεσε να γεμίζω τις λευκές                     συγκεχυμένο κόσμο της αιωνιότη-

               σελίδες με λέξεις, λέξεις άτακτα                      τας.

               ριγμένες πάνω στις ευθείες γραμ-                      Σκέφτομαι πόσο απάνθρωπες ήταν

               μές, λέξεις που άλλαζαν μορφή                         οι  τελευταίες  στιγμές  τους,  πόση

               όταν τους έβαζα δίπλα τελεία, απο-                    κόλαση έζησαν πριν φύγουν…
               σιωπητικά, θαυμαστικά και ερω-                        φωνές, φόβος, μυρωδιά θανάτου,


               τηματικά.  Από  εκείνο  το  βράδυ                     αίματα, πόνος…  Θέλω να βγάλω
               όμως που τα δυο τραίνα συγκρού-                       μια κραυγή να ακουστεί παντού,

               στηκαν έχασα το ταλέντο μου με τις                    θέλω να φωνάξω ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ!

               λέξεις… με μιας έχασαν τον ήχο                        Σιχάθηκα τους πολιτικούς που

               τους… σταμάτησε η ζωή σε εκείνη                       παίζουν με τις λέξεις και κάνουν

               τη νύχτα… έμειναν μόνο τα απο-                        κινήσεις εντυπωσιασμού μόνο και

               σιωπητικά να κρύβουν πίσω τους                        μόνο για να δουν πως αποτυπώ-                              49

               την θλίψη και ένα γιατί; να σέρνει                    νονται στις δημοσκοπήσεις. Σιχά-

               ο άνεμος εκεί εδώ πάνω στα πρώ-                       θηκα τους δημοσιογράφους που

               τα ανθάκια της Άνοιξης και εκείνα                     εξυπηρετούν τα συμφέροντα όλων

               από την ντροπή τους να  γέρνουν                       των πολιτικών (ανάλογα ποιο πο-

               τα κεφάλια τους.                                      λιτικό  κόμμα  τους  πληρώνει,  το-

               Σε ανύποπτη στιγμή τρυπώνουν                          ποθετούνται) θαυμάζω τη νεολαία

               στο μυαλό μου  τα πρόσωπα όλων                        αυτής της χώρας που βγαίνει στους

               εκείνων που έφυγαν εκείνη τη νύ-                      δρόμους και ζητά δικαίωση για τη

               χτα… προσπαθώ να μετρήσω τις                          ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ. Ντρέπομαι όμως πια
               ζωές που διαλύθηκαν εκεί στην                         να την κοιτάξω στα μάτια…


               κοιλάδα των Τεμπών, σκέφτομαι                         Έχω την αίσθηση πως όλα στηρί-
               τους γονείς που έχασαν τα παι-                        ζονται στον αστάθμητο παράγο-

               διά τους, τους ερωτευμένους που                       ντα της τύχης σε αυτή τη χώρα,

               αποχαιρέτησαν για πάντα τον έρω-                      οι λέξεις οργάνωση και πρόληψη

               τά τους… σκέφτομαι πόσα όνειρα                        βρίσκονται χαμηλά στην πολιτική

               έγιναν λευκά περιστέρια εκείνη τη                     ατζέντα  κάθε  φορά. Ζούμε  ίσως
   44   45   46   47   48   49   50   51   52   53   54