Page 60 - mag_99
P. 60
ενΑς μπΑμπής
«Ένα παλιό
λεωφορείο»
αλλάξανε τα Καμένα Βούρλα ε; - πολιτι- νωμένη ντομάτα και γάλα συκιάς.
σμός όχι αστεία, για τους Ελληνοαμερι- Στον Ισθμό ο οδηγός κάνει πάντα στάση
κάνους συγγενείς που ήρθαν διακοπές, για κατούρημα και σουβλάκια. Η κάπνα
για τα παρδαλά τους πουκάμισα και τις από τις ψησταριές φαίνεται από χιλιόμε-
συνήθειες που δεν θυμίζουν σε τίποτα τρα μακριά και η τσίκνα ευφραίνει τους
την καταγωγή τους. Ανησυχούν για την θεούς του Ολύμπου.
ανεργία και την ακρίβεια αλλά πασχί- «Βαγγέλη, ένα καλαμάκι για το παιδί,
ζουν να ξεγελάσουν την ανησυχία τους ένα για μένα, μην αρχίσεις τις ρετσίνες
μέσα σ’ ένα τάπερ με μουσακά και κε- ακόμα δεν ξεκινήσαμε.» οδηγίες της
φτεδάκια. συζύγου προς τον σύζυγο, εκείνη θα
χαζέψει το κανάλι.
Η γιαγιά με την μαντίλα στο κεφάλι στέ-
κει στητή κι ας είναι στραβοκάνα, πάνω
στην ξύλινη μαγκούρα της. Παρατηρεί
60 το πλήθος των ταξιδιωτών με μάτια ζω-
ηρά, αεικίνητα, γαλάζια.
«Θειά θες κάτι απ’ το μαγαζί;» τη ρωτά ο
εισπράκτορας.
Κουνά το κεφάλι αρνητικά. Την πονά
η μέση, έχει πίεση και το στόμα της το
νιώθει να κολλά απ’ το ζάχαρο. Πότε
φύγαν τα χρόνια; Σαν χτες της φαινόταν
Ο εισπράκτορας τραμπαλίζεται στον δι- που έκανε την ίδια διαδρομή, κοριτσό-
άδρομο, μαλώνει τους εφήβους που πουλο στα δεκαεφτά της. Κοιτά τα χέρια
γελάνε δυνατά με τα χοντροκομμένα της που μοιάζουν σαν κλαριά αρχαίου
τους αστεία, κάνει παρατήρηση στην δέντρου καψαλιασμένα. Οι φλέβες της
γιαγιά με το μεγάλο καλάθι, έπρεπε να πετάγονται φουσκωμένες με μαύρο
το φορτώσει στην σκευοφόρο του οχή- αίμα.
ματος, αστειεύεται μ’ έναν συγχωριανό
του που αντάμωσε τυχαία, τρυπάει τα Παρατηρεί το πολύχρωμο πλήθος, κάθε
εισιτήρια μ’ ένα εργαλείο που μοιάζει με χρόνο άλλο μα είναι ίδιο ό,τι κι αν λένε.
οδοντωτό τροχό. Κι ο εισπράκτορας, κάθε χρόνο στη στά-
ση τη ρωτά αν χρειάζεται κάτι. Και να
Η διαδρομή μυρίζει καρπούζι, φέτα, γι- του πει θα το ξεχάσει την επόμενη στιγ-