Page 117 - mag_97
P. 117
της Ρούλας Μονογυιού
Α ρε μάνα, σαν άλογα κούρσας μας έλεγχες! Δεν είχαμε
χρόνο να γνωριστούμε με αυτά που νιώθαμε... Είχαμε όλη τη
ζωή μπροστά μας, έλεγες!
Τώρα, αναρωτιέμαι, γιατί τον είχαμε τόση ανάγκη για να
βλέπουμε πώς είμαστε ή για να βλέπουμε πώς φαινόμαστε
στους άλλους; Οι άλλοι πώς μας βλέπουν, όπως μας βλέπει
αυτός ή μας βλέπουν με άλλο βλέμμα; Μα και το βλέμμα των
άλλων όπως και το δικό του, δε μας κρίνει; Tουλάχιστον
αυτός μας γνωρίζει πολύ καλά, σπιθαμή προς σπιθαμή.
Μας βλέπει και στα άσχημα και στα πιο δύσκολα... Έχει νιώ-
σει τις πιο άσχημες μα και τις πιο όμορφες στιγμές μας...
Πάντα εκεί! Βλέπει και δε μιλάει...
Η σχέση μου μαζί του σχέση πάθους. Αγάπης, μίσους, φόβου
χωρίς ισορροπίες. Είναι φορές που κάθομαι μπροστά του και
117
μιλάμε ήσυχα και σιωπηλά, τα λέμε όλα. Πώς να του κρυφτώ,
μπορώ; Άλλες φορές του θυμώνω, γιατί οι αλήθειες που μου
δείχνει με πληγώνουν. Τόση αλήθεια πως να την αντέξω; Θυ-
μώνω και μου 'ρχεται να τον σπάσω σε χίλια κομμάτια.
ωχ! Γρουσουζιά!
Μετά μαλακώνω. Αποδέχομαι τις αλήθειες του και την ...γλι-
τώνει!
Έχουν περάσει πολλοί καθρέφτες από τη ζωή μου. Δεν θα
ξεχάσω όμως ποτέ εκείνον με τα 10 κόκκινα μικρά τριαντα-
φυλλάκια. Ήταν καλός μαζί μου... μα κι αν δεν κάνω λάθος
κάπου πρέπει να υπάρχει καταχωνιασμένος... Ήταν μικρός
και βολικός... Ήταν η ...προίκα μου! Δεν τον χρησιμοποιώ
πια! Έχω μεγαλώσει και δε με χωράει ο μικρός τριανταφυλ-
λένιος μου καθρέφτης!