Page 67 - mag_44
P. 67

του Νικόλα - Αντώνη Πολυκανδριώτη


                                                             Ο Νικόλας - Αντώνης Πολυκανδριώτης
                                                                           γεννήθηκε το 2000, φοιτά στο
                                                                         Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα

                                                            κι ονειρεύεται ένα αύριο γεμάτο τέχνη…



       Ή
                                   ταν μια μέρα σαν τις περασμένες

                                  τα είχε όλα προγραμματισμένα
                               εκτός από το αντίο,
                            τη μοναδική απρόσμενη λέξη.

                            Με μια συντετριμένη, την ξύπνησαν, καλημερα

                            λέγοντας της πως εκείνος τους αποχαιρέτησε για πάντα…

                            Ύστερα από αυτή την είδηση άρχισε να αλείφει τα δάκρυα της,
                             που έμοιαζαν με ενός βρέφους,
                            στο σώμα της μελαγχολίας.

                            Της το έφεραν στην πόρτα με χίλιες πληγές στα γόνατα.

                            Πως να τρέξει προς την απόδραση το σώμα της μελαγχολίας;
                            Έμεινε εκεί στα τρυφερά της χέρια που ήταν πάντοτε ανοιχτά

                            στην ευτυχία των άλλων.
                                                                                                                                67
                            Κι από τότε κοιμάται στα μάτια της,
                            μάτια που έχουν ακόμη μια νύχτα καθαρή
                            και σου επιτρέπουν να διακρίνεις μέσα τους την ξαστεριά.

                            Γιατί παρ’ όλα τα πάθη της
                            δεν δέχτηκε να χαμηλώσει ποτέ τα χείλη της,

                            κατείχε μια πίστη δοκιμασμένη,
                            μια σπάνια ανθρωπιά
                            το πιο αναγκαίο σημερινό όπλο

                            κατείχε ένα βλέμμα βουβό ετούτη την ώρα
                            είχε, λέει, υπογραμμίσει όλες τις πιθανότητες
                            εκτός από το θάνατο.

                            Απόψε, μου είπε, κάτι με έκοψε

                            κάθισε στην πλάτη της απόγνωσης αναζητώντας κάποιο επιφώνημα
                            του να βρει τους λόγους για τόσο πόνο,

                            να τον δικαιολογήσει.
                            Εκείνο το απόγευμα ας ήταν, σκεφτόταν, ένα κακόγουστο αστείο

                            τότε που η θλίψη απόκτησε μια ακατανόητη ομορφιά
                            ψυχή μου, είπε, σιωπηλά κοιτώντας τον καθρέφτη

                            δεν γίνεται να συγχρονιστούμε στην ευτυχία, είπε,
                            και συνέχισε να ζει…
   62   63   64   65   66   67   68   69   70   71   72