Page 75 - mag_118
P. 75
της Mιμίκας Μαντά
Η Άνοιξη είχε έρθει πάλι, φωτεινή λυγίσει από το βάρος των χρόνων
και πολύχρωμη. Το φως απλωνό- που δεν είχε ζήσει ακόμα. Ήταν νέα,
ταν αργά στις σκιές, διαπερνώντας μα η ψυχή της κουβαλούσε τον πόνο
Στο Φως της Άνοιξης
κουρτίνες και σκέψεις. όσων είχαν χαθεί. Ξένη σε αυτή τη
γη, προσπαθούσε να βρει το νήμα
Στον παλιό κήπο, ανάμεσα στις μα-
νόλιες, δύο γυναίκες κάθονταν σι- που θα την έδενε ξανά με τη ζωή.
Το φως την πίεζε, της ζητούσε να
ωπηλές.
ανοίξει την καρδιά της. Η άνοιξη της
Η Μαρία και η Άννα. Δύο ζωές δια- υπενθύμιζε πως όλα μπορούσαν να
φορετικές, δύο διαδρομές που συ- ξαναγεννηθούν. Ακόμα κι εκείνη.
ναντήθηκαν τυχαία.
"Μυρίζεις τον αέρα;" είπε ξαφνικά
Η Μαρία, μια γυναίκα που είχε ζή- η Μαρία. "Έχει άρωμα γης, βροχής
σει την πληρότητα και την απώλεια, που πέρασε, καινούριου ήλιου. Έτσι
ένιωθε την άνοιξη σαν μια υπόσχε- μυρίζει η αναγέννηση."
ση. Αναρωτιόταν αν η ηλικία της, Η Άννα πήρε μια βαθιά ανάσα. 75
της επέτρεπε να έχει μερίδιο από τα
χρώματα των αγριολούλουδων. Οι "Δεν ξέρω αν μπορώ να νιώσω αυτό
αναμνήσεις της είχαν χρώμα χρυσό, που νιώθεις εσύ. Αλλά θέλω. Θέλω
σαν το φως που χόρευε στα κλαδιά. να μάθω πώς είναι να ζεις χωρίς
Τα χέρια της χάιδευαν το παλιό ξύλι- φόβο."
νο κάθισμα, ένα απομεινάρι άλλων Η Μαρία χαμογέλασε αμυδρά.
εποχών. Κάποτε, είχε μοιραστεί αυ-
τόν τον κήπο με τον Αλέξανδρο, με "Ο φόβος είναι σαν τον άγριο χειμώ-
τον γιο της, με τους φίλους της. Όλα να. Πάντα νομίζεις πως δεν θα τε-
τώρα ήταν φωνές από το παρελθόν. λειώσει, αλλά έρχεται μια μέρα που
Οι μανόλιες άνθιζαν όπως τότε, αλλά ο ήλιος ζεσταίνει πάλι τη γη. Και τότε,
όλα αλλάζουν."
εκείνη δεν ήταν η ίδια. Το σώμα της
ήταν βαρύ, και οι σκιές του χρόνου Η Άννα άκουγε σιωπηλή. Κοίταξε
έπεφταν στα μάτια της. τα άνθη της μανόλιας. Ήταν λευκά,
σχεδόν διάφανα, σαν φτιαγμένα από
Όμως, το φως εξακολουθούσε να φως. Αναλογίστηκε πως τα δέντρα
την βρίσκει.
άνθιζαν κάθε χρόνο, ακόμα κι αν
Δίπλα της, η Άννα καθόταν με την κανείς δεν τα πρόσεχε. Δεν ζητού-
πλάτη ίσια, σαν να πάλευε να μην σαν τίποτα, απλώς υπήρχαν. Και