Page 9 - mag_46
P. 9

της Κυριακής Αιλιανού









 «Μ’ αγαπούσες κι άνθιζε»
                                                      *














                                 Χτίσαμε τη δική μας πόλη. Φτιάξαμε το δικό μας τόπο. Εκεί που «έχει
                                 καθημερινές και σχόλες». Έχει μανάδες, πατεράδες, αδέρφια, ξαδέρ-
                                 φια, συγγενείς, γείτονες, ξένους, δικούς, τον Έρωτά μας, τα παιδιά μας,
                                 φίλους αληθινούς, περαστικούς, μόνιμους, τουρίστες, μετανάστες, άπο-
                                 ρους, άστεγους, διαφορετικούς, ίδιους, τα ζώα μας, τα λουλούδια μας, τις
                                 μουσικές, τα τραγούδια μας, τα βιβλία μας, τις τέχνες μας, τα γράμματά
                                 μας, τους ήρωές μας, τους δασκάλους μας, τα ποτάμια μας, τις θάλασσές
                                 μας, τον ουρανό μας, τον αέρα μας, το… Οξυγόνο μας!

                                 Κι ο κόσμος μας, μέσα στο κάστρο μας, «είναι σαν μπαξές κι είν’ η ζωή
                                 σεργιάνι».
                                 Και κάθε πρωί διαβάζουμε αυτό… του Μίσσιου:
                                 «Η ζωή μας μια φορά μάς δίνεται. Άπαξ, που λένε. Σαν μια μοναδική                               9
                                 ευκαιρία. Τουλάχιστον, μ' αυτήν την αυτόνομη μορφή της, δεν πρόκειται
                                 να ξαναϋπάρξουμε ποτέ. Και μεις τί την κάνουμε, ρε; Αντί να τη ζήσου-
                                 με; Τί την κάνουμε; Την σέρνουμε από δω και από κει δολοφονώντας

                                 την...»
                                 Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις.
                                 Μα αφού είναι οργανωμένες, πώς είναι σχέσεις;
                                 Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθή-
                                 ματος.
                                 Πώς να οργανώσεις τα συναισθήματα;
                                 Έτσι, μ' αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις
                                 ώρες και τις μέρες μας, σα να είναι βάρος. Και μάς είναι βάρος.  Γιατί δε
                                 ζούμε...  κατάλαβες;

                                 Όλο κοιτάμε το ρολόι! Να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα,
                                 να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ' την αρχή.
                                 Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που θα τις
                                 θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου
                                 γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των
                                 ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν "αξίες", σαν
                                 "ανάγκες", σαν "ηθική", σαν "πολιτισμό".

                                 Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυ-
                                 μιών και προσδοκιών.
                                 Αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παί-


                                 *δάνειο από την αγαπημένη, Ελένη Φωτάκη
   4   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14