Page 7 - mag_52
P. 7
του Β_56
νεχίζει να μεγαλώνει το μονοπάτι.
Κάθε πρωί, πριν να ξεκινήσει, κοιτούσε το μονοπάτι του και προ-
χωρούσε προς τα μπροστά, προχωρούσε προς τα πάνω.
Μια μέρα μετά από καιρό, είδε ότι είχε πλησιάσει προς την κορυφή
χαμογέλασε και κοίταξε από πολύ ψηλά πλέον προς τα κάτω.
Είδε κάτι να κινείται και κατάλαβε ότι ήταν άνθρωποι που βρήκαν
το μονοπάτι και ανεβαίναν στο απάτητο μέχρι τότε βουνό, περπα-
τώντας στο μονοπάτι που εκείνος είχε ανοίξει.
Χάρηκε, χαμογέλασε με ικανοποίηση που είχε κάνει κάτι χρήσιμο
για τους άλλους, αλλά την ίδια στιγμή μελαγχόλησε σκεφτόμενος 7
αν είχε κάνει ένα μονοπάτι ευκολοδιάβατο.
Το σκέφτηκε για λίγο και είπε δυνατά, εγώ αυτό το μονοπάτι περ-
πάτησα, όσοι έρχονται μετά από εμένα, ας περπατήσουν όσο τους
βολεύει μέσα σε αυτό και μετά ας κάνουν το δικό τους να είναι
καλύτερο και συνέχισε ν’ ανεβαίνει και ν’ ανοίγει δρόμο.
Την επόμενη μέρα, ξυπνώντας είδε ένα νεαρό να είναι κάτω από το
δέντρο. Κατέβηκε του χαμογέλασε και κάθισε δίπλα του.
Ο νεαρός τον κοίταξε και βλέποντας τον ταλαιπωρημένο αλλά πά-
ντα χαμογελαστό το ρώτησε αν είχε κάνει εκείνος το μονοπάτι.
Ο μοναχός του έγνεψε καταφατικά. Τότε o νεαρός του είπε ότι το
βουνό δεν είχε όνομα γιατί μέχρι τότε κανείς δεν το είχε ανεβεί.
Ο μοναχός του είπε ότι πριν ξεκινήσει είχε ρωτήσει στο χωριό
ποιο ήταν το όνομα του βουνού αλλά όλοι του έλεγαν ότι δεν είχε
όνομα. Και ότι αυτός από την πρώτη μέρα που άρχισε να ανεβαίνει
το είχε βαφτίσει ΖΩΗ.
Ο νεαρός τον ρώτησε αν θέλει να συνεχίσουν μαζί μέχρι την κορυ-
φή και να συμμετέχει και εκείνος στη δημιουργία του μονοπατιού.
Ο μοναχός τον κοίταξε, έλαμψαν τα μάτια του και του είπε ναι
θέλω, αλλά μόνο αν με αφήσεις να σε λέω ΕΛΠΙΔΑ.