Page 47 - mag_76
P. 47

της Μαρίας Στρίγκου

                                                                                          https://meorio.blogspot.com/








               Εγώ χαρτιά δεν παίζω, δεν τα έπαιρ-                   κάκια φέρνοντας χρήμα στο βοσκό;

               να απ’ την αρχή, δεν τα καταλάβαινα,                  Ούτε η χλίδα των ρηγάδων, βαλέδων
               δεν μου έλεγε κάτι η τράπουλα, δεν                    και η τετραλογία της ντάμας μου άρε-

               έτυχε, μα πώς να τύχει; Σου τυχαίνει                  σε, τι ζητούσαν όλοι αυτοί εκεί μέσα,

               εύκολα, το, που δεν καταλαβαίνεις;                    τι σχέσεις είχανε και γιατί δεν κάνανε
               Άσε που μπερδευόμουνα με τα σύμ-                      παιδιά μωρ’ αδερφέ μου, παρά μο-

               βολά της, με τις καρδούλες,  όμορ-                    νάχα δεκάρια, εννιάρια, οχτάρια και

               φες στο μάτι και ροδαλές – ροδαλές,                   λοιπά; Κι ο άσσος τι ρόλο έπαιζε;
               μα γιατί κούπες ρε παιδιά;                            «Έμεινα στον άσσο», «είμαι άσσος»,

               «Απελθόν απ’ εμού το ποτήριον τού-                    τι κόντρα ερμηνείες κι αυτές, ο πρώ-
               τον» να, αυτό σκεφτόμουνα όποτε                       τος μπορεί να είναι και τελευταίος

               άκουγα  τη  λέξη  κούπα.  Ουδέ  ένας                  αλλά και το αντίστροφο, απ’ τον άσσο

               συσχετισμός να μη γίνει με τα μαρτύ-                  μπορείς  να κερδίσεις  αλλά  μπορείς
               ρια του έρωτα, παρακαλώ.                              και να χάσεις, το ίδιο εύκολα. Σταθε-

               Τους ρόμβους, τα καρώ δηλαδή,                         ρότης καμία.                                               47
               «πώς έγινες έτσι μωρέ παιδί μου, σαν                  Κι ήταν κι αυτό το φύλλο με τον γε-

               τρίο καρώ είσαι» .                                    λωτοποιό  του παλατιού,  τον τζόκερ

               Όσες φορές κοίταξα το τρία καρώ,                      λέω, πότε μπαλαντέρ, πότε κατα-
               δεν βρήκα κάτι αξιολύπητο πάνω του                    στροφή, πότε αστείος και πότε τρα-

               για να πω την αλήθεια μου.                            γικός, ένα φύλλο που σε κάποια παι-

               Τα μεγάλα  φύλλα  της μπιγκόνιας,                     χνίδια περισσεύει και σε κάποια άλλα
               άραγε γιατί τα λένε μπαστούνια,                       απαιτείται, μια φιγούρα που τελικά

               ποιος μπορεί να στηριχτεί πάνω σ’                     στην προσωπική σου εύνοια επαφίε-

               ένα μεγάλο φύλλο ή τι σημαίνει η                      ται κουνώντας το κεφάλι του παιχνι-
               έκφραση «τα βρήκα μπαστούνια», τι                     διάρικα. Κι ο ήχος του κουδουνοντυ-

               σχέση έχει με το οχτώ μπαστούνι δη-                   μένος, απ’ το σκουφί που φορά.
               λαδή  και  πώς  συνδυάζονται  τα  δυο                 «Μας κρεμάσανε κουδούνια μάστο-

               τους;                                                 ρα!»

               Εμ  τα  τριφύλια,  τα  φυλλαράκια  του                Τον βλέπεις και δεν ξέρεις αν θες να
               Θεού, σπαθιά; Τι πολεμικό και αξιό-                   γελάσεις ή να κλάψεις, αν θα είναι

               μαχο είχανε τα ταπεινά χορταράκια                     μια ευχάριστη νότα στην πλήξη σου
               που, άλλοτε φέρνουν τύχη βουνό κι                     ή ένα ξάφνιασμα στην θυμηδία σου.

               άλλοτε θρέφουν αρνάκια και κατσι-                     Ο τζόκερ, ο μπαλαντέρ, ο παλιάτσος,
   42   43   44   45   46   47   48   49   50   51   52