Page 77 - mag_106
P. 77

της Κατερίνας Γεμελιάρη











               σύγχρονης κοινωνίας.                                  Αυτός ο κόσμος που αλλάζει

               Μιας κοινωνίας που είναι γεμάτη                       πόσο μοιάζει στην άσχημη εκδο-


               βία, καταπάτηση της αξίας του αν-                     χή μας… αυτό ο κόσμος που μας
               θρώπου, γεμάτη χλευασμό, κατα-                        τρομάζει πόσο τελικά μας μοιά-

               πάτηση κάθε ανθρώπινου δικαι-                         ζει;

               ώματος…                                               Πόσο τελικά μας νοιάζει;


                                        ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ




                                                            ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΝΗ

                                                           ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ


                                                                 Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

                                          Το βρόμικο κόλπο, να ξεχάσεις μόνον τα άσχημα αλλά να

                                          θυμάσαι τα ωραία, δεν πετυχαίνει, η μνήμη διεκδικεί τα                                77
                                          νόμιμα, δηλαδή όλα ή τίποτε, δηλαδή ας μείνει κάποιος

                                          να θυμάται, να θυμάται και τα ψιλά γράμματα. Υπάρχουν
                                          κάμποσα που αλίμονο αν τα θάψει κι αυτά ο νους, δεν
                                          πρόκειται για φανταχτερά ενσταντανέ και σκατοπασα-

                                          λειμμένες αναμνήσεις, πρόκειται για άυλα τιμαλφή. Ευτυ-
               χώς ο εγκέφαλος του Μιχάλη Τσιούλη τα είχε κλειδώσει και ασφαλίσει. Δεν
               είμαι υποχρεωμένος να μην ονειροπολώ, είπε, ούτε ντε και καλά να αισιοδο-

               ξώ και να ευτυχώ, αφού όλα πιο ρηχά, ούτε μύχια της ύπαρξης, ούτε γιε μου,
               σπλάχνο των σπλάχνων μου, ούτε πού έδυ σου το κάλλος. Δοκίμασα, συνέχι-
               σε, να αρκεστώ στο μικρομεσαίο μου μερτικό καθημερινότητας, να μοιάσω με

               την πλειοψηφία των πιο νορμάλ, να γίνω και λίγο ζαμανφουτίστας, όμως δεν
               μου είπε πολλά η πραγματικότητα, δεν ήξερα πώς να κινηθώ άνετα σ’ αυτήν.

               Η νύχτα στο θρόνο της, με το αεράκι να περιοδεύει σε όλο το λεκανοπέδιο, σε
               όλο τον κόλπο του Σαρωνικού και τα άστρα ψηλά να σπιθίζουν ακατάστατα,
               να κάνουν του κεφαλιού τους. Τύχη αγαθή, ο Τσιούλης είχε ιδεί το φεγγάρι σε

               πενήντα, μπορεί και παραπάνω, παραλλαγές. Ολόχρυσο. Ασημένιο. Άσπρο,
               πελώριο και οριζοντιωμένο σαν αιώρα. Χορτάτο μωρό να αποκοιμιέται στην

               αγκαλιά ενός κοκκινωπού σύννεφου. Αγέρωχο και ανοξείδωτο να κοντρολά-
               ρει την έξαρση της νύχτας. Απόψε δε, μπλαβογκριζοκίτρινο σαν τα μάτια σου,
               χαζομηχανικέ, κατά τη Σαλονικιά νοσηλεύτρια, κάποτε.
   72   73   74   75   76   77   78   79   80   81   82