Page 39 - mag_031
P. 39
από το MAGAZ!NE
<< (απΟςπαςμα απΟ τΟ ΒιΒΛιΟ CD tOY MaKH ςεΒιΛΟγΛΟυ)
να τα λεωφορεία με τη
Λένω, ανεβαίνοντας στο
πρωτάκι στο χωριό
μου, κρατώ στα χέ-
τη συγκίνηση του αποχω-
φή τους και τη σκάλα, για
ρια μου το ωραιότε- μπαγκαζιέρα στην ορο- λεωφορείο, κλαμένη από
ρο αλφαβητάρι που ν’ ανεβαίνει ο οδηγός. ρι- σμού, γυρνάει και λέει
τυπώθηκε ποτέ. Οι Σχεδόν όλο το χωριό στον οδηγό, σαν να ‘φται-
πιο ωραίες εικόνες που κατεβαίνει στο μεσοχώ- γε αυτός για το δράμα...
έχω δει, τυπωμένες στο ρι να δουν ποιος ήρθε. - Ουργή να σι βαραίσ’,
χαρτί του και μοιάζουν Εμείς, παιδιά, παίζου- απ’ τουν κιρό που πάτσεις
τόσο πολύ με αυτές του με στην πλαγιά κι όπως του ποδάρι σ’ στου χου-
χωριού μου. από μακριά διακρίνουμε ριό, στέγνουσαν τα μάτια
Το χωριό μου, που το’ τον κουρνιαχτό, τρέχου- μας απού δάκρυα...
βλεπα μόνο κάποια από με κουτρουβαλώντας Όμως, ακόμα κι αυτές οι
τα καλοκαίρια μου καθ’ και φωνάζοντας ρυθμικά μικροπαρεξηγήσεις εδώ,
ότι παιδί μεταναστών, ήρθε το πούλμαν, ήρθε δεν είναι τίποτ’ άλλο
τώρα όμως ήμουν εδώ, το πούλμαν. Κόσμος κα- παρά αθώα πειράγμα-
στη μήτρα των γονιών τεβαίνει, χαιρετιούνται, τα, το γέλιο βρίσκεται
μου, που η απόσταση κι οι γέλια, καθαρές ματιές παντού, ο χωρατάς. Μια
άνθρωποι με είχαν κάνει και καρδιές. Ο ερχομός ανθρωπίλα τόσο έντονη, 39
τόσο πολύ να αγαπήσω. του λεωφορείου ήταν τόσο αρμονικά δεμένη με
Χωματόδρομοι, σκόνη, πά- ντα μια μικρή γιορτή το περιβάλλον, τα σπίτια,
παιχνίδι και ματωμένα κι όταν έφευγε, έβλεπες
γόνατα. Το λεωφορείο δάκρυα να κυλάνε σε χα- ήχους. Όλα μυρίζουν αλ-
εδώ έρχεται μόνο δυο ρακωμένα πρόσωπα. Κά- λιώς, ψωμί σπιτίσιο, που
φορές τη βδομάδα. Εκεί- ποια φορά η θεια μου, η λέει το τραγούδι.
τα δέντρα, τον αέρα, τους <<