Page 62 - mag_77
P. 62
μΙΚρεσ ΙσΤορΙεσ
η κοσμική τρύπα
που είχε τ' όνομά μου
Ήταν κάπου στις αρχές της δεκαετί- κύκλος για να προωθηθείς, να μπεις
ας του ογδόντα. Βρισκόμουν στην γερά σε υψηλά κυκλώματα. Ξαφνικά
Αθήνα. Ελάμβαναν χώρα τα εγκαίνια διακόπτει τη συζήτηση, τρέχει σα σί-
μιας έκθεσης ζωγραφικής ενός επαρ- φουνας κι αρχίζει τεμενάδες σε κά-
χιώτη ζωγράφου που καταγόταν από ποιον μεγαλόσχημο που μπήκε εκείνη
τα μέρη μου. Βρήκα τον μεσήλικα ζω- τη στιγμή. Τον ακούω να του λέει «η
γράφο να κορδώνεται σαν το παγώ- επίσκεψίς σας με τόνωσε, ευχαριστώ
νι, με βαμμένα τα μαλλιά του ξανθά πολύ, κι εμείς οι επαρχιώτες καλλιτέ-
και εμποτισμένα με λακ. Τον ρώτησα, χνες χρειαζόμαστε κάποια υποστή-
παρεμπιπτόντως, για έναν άλλον νε- ριξη κ.λ.π.». Επιστρέφοντας μου ψι-
αρό ζωγράφο από τα μέρη μας, πα- θυρίζει εμπιστευτικά στο αυτί πως ο
λιό γνωστό μου, που τελευταία όμως μεγαλόσχημος ήταν δημοσιογράφος
είχα χάσει τα ίχνη του. Ξίνισε αμέ- από την κρατική, τότε μοναδική, τηλε-
σως τα μούτρα του και μου ψιθύρι- όραση. Ένιωσε τέτοια έξαψη που θα
62 σε εμπιστευτικά πως μάλλον ο τύπος βγει στο γυαλί ώστε άρχισε να κόβει
έχει προβλήματα, ή μάλλον έχει πρό- νευρικές βόλτες πάνω κάτω.
βλημα το μυαλό του. Μου τόνισε πως Με τράβηξε από τον αγκώνα, έλα να
είναι νέος ακόμα και κατάλαβα ότι σε ξεναγήσω, είπε. Παρατηρούσα
ήθελε να πει ότι βιάζεται ν' αναδει- στη σειρά κρεμασμένα κάποια θολά,
χθεί. Είπε ότι το παιδί έχει ικανότη- υπερχρωματισμένα, υποχρωματισμέ-
τες, αλλά είναι ονειροπαρμένος, δεν να, σουρεαλιστικά, εξπρεσιονιστικά
τη ξέρει τη ζωή, ακούει τη μύγα να βα- ή αφηρημένα έργα, από όλα είχε ο
ράει πορδή και νομίζει πως πέρδεται μπαξές. Στα περισσότερα από αυτά
το τούμπανο. Είπε, ακόμη, ότι ο νεα- δεν μπορούσα να εντοπίσω τι ακρι-
ρός ζωγράφος δεν τον καταδέχεται, βώς αναπαριστούσαν. Ένα συγκε-
ενώ αυτός, αν και μεγαλύτερος και κριμένο όμως, όλως περιέργως, μου
πιο αναγνωρισμένος στην πιάτσα, τράβηξε την προσοχή. Αν θυμάμαι
είναι υπεράνω πάσης ζηλοφθονίας. καλά παρουσίαζε έναν μαύρο κύκλο
Φαντάσου, μου λέει, ότι εγώ πάω σ' περασμένο στον χαλκά ενός γκρίζου
εκείνον ενώ έπρεπε εκείνος να έλθει σύννεφου που κρεμόταν από τη μύτη
σ' εμένα. Μετά αλλάξαμε κουβέντα, μιας αστραπής και στο βάθος μια θο-
άρχισε να μου εξηγεί με παράπονο λούρα από έναν χαώδη στροβιλισμό
πως χρειάζεται δυστυχώς κάποιος σκοτεινής ύλης. Από κάτω έγραφε