Page 107 - mag_102
P. 107
ΟΙ ΣΉΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΟΥ της Ρούλας Μονογυιού
Σκαλίζεις για να βρεις την άκρη και χαϊδεύεις το ξέφτι από το
παλιό ύφασµα ρούχου που αγάπησες και ξεκινάς να το διορθώ-
σεις. Ξεκινάς να το ράψεις κι όσο ράβεις, φεύγεις χάνεσαι πας
αλλού κι αλλού και ταξιδεύεις και το µυαλό γίνεται σαΐτα που
πετάει και από το µικρό το ξέφτι φτάνει στο µεγάλο και χάνεται
µέσα στο µεγάλο λαβύρινθο της µέσα σου σπηλιάς και κρατάς
την κλωστή για να σε φτάσει και να µη χαθείς για να µπορέσεις
να ξαναβγείς. Κι εκεί µέσα είσαι µόνος, µιλάς κι ακούς τη φωνή
σου µα είναι αυτή ή µήπως όχι; Σαν άλλος ακούγεται, σα δυο φω-
νές µαζί που λένε τα ίδια... και χαϊδεύεις το ξέφτι και θυµάσαι...
θυµάσαι τότε που το φορούσες κι έβγαινες βόλτα µε την παρέα
σου... κάποτε...
107 107
Κάποτε που τα πάντα είχαµε, κι όλον το δρόµο µπροστά µας κι
εµείς στην αρχή του και τίποτα δεν είχαµε µα τα ‘χαµε όλα. Και
ανηφόρες και κατηφόρες... Και νιάτα και ελπίδες. Και τον κό-
σµο εµείς θα φτιάχναµε στα µέτρα µας, µε λουλούδια κι αγάπη.
∆ιαφορετικός ο δικός µας κόσµος... Σε τίποτα δε θα ‘µοιαζε µε
τον κουρασµένο και µατωµένο από τις µάχες, δικό τους. Θα τον
κάναµε όπως τον θέλαµε µε λουλουδια κι αγάπη να µοσχοβολά
παντού. Τα όνειρα µεγάλα, τα σχέδια µεγαλύτερα... Τα δάχτυλα
µας πλούσια και δηµιουργικά µα τα τσιγάρα µας ένας καπνός...
Ίδιος όπως τόσων άλλων. Γιατί πάλι είµαστε µόνοι µας, µια χού-
φτα ονειροπόλοι µα ευτυχισµένοι µε τα όνειρά µας!
Καλή χρονιά!